Στην αλύγιστη από παλίρροιες
και χρόνους
πλάτη των βράχων
ξεγυμνώνει το κορμί της
γυαλιστερό και κρύο σαν μαχαίρι
και το καρφώνει μονομιάς
μέσα στο σώμα της θαλάσσης.
Στην αλύγιστη από παλίρροιες
και χρόνους
πλάτη των βράχων
ξεγυμνώνει το κορμί της
γυαλιστερό και κρύο σαν μαχαίρι
και το καρφώνει μονομιάς
μέσα στο σώμα της θαλάσσης.
«Ωραιότατό μου δέλεαρ
μέσα απ’ το απόκρυφο ιδεόγραμμα της ηδονής
και τον ολοφάνερο οργασμό της νιότης
εσύ που εγείρεις στην τελειότητα
τη ζήλια και την αρμονία
εσύ της μιας στιγμής θεού
και του διαρκούς απόβραδου λαγνείας
εσύ το κολασμένο κατώφλι
μιας άγνωστης στον κόσμο Εδέμ
που μονίμως με σαστίζει, με γλυκαίνει, με πονάει
που καθηλώνεις στις λέξεις μου
τη συμβίωση
της υποταγής με τη φροντίδα
δίχως ρητά γιατί
μα για λόγους ακήρυχτους
άγνωστους για τους αμύητους της ομορφιάς…
ωραιότατό μου δέλεαρ
κράτα με παραδομένο και ευγνώμονα».
Ξεκινάς αφυλλομέτρητη
με του βασιλικού το άρωμα.
Είσαι κύμα που σπάει
αστράφτοντας
και ξαναγεννιέται μονομιάς.
Φτάνεις οπόθεν και πάντοτε
* Τα ποιήματα «Ξεκινάς αφυλλομέτρητη…», «Επιστολή», και «Το μαχαίρι», περιέχονται στη πρώτη συλλογή ποιημάτων μου με τίτλο, «Πόσιμη Ζωή» (Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2006).