Κυριακή, Απριλίου 01, 2007

“Πρόσωπο με πρόσωπο με τον Καραγκιόζη”

Αγαπημένε μας Καραγκιόζη, μας τιμά ιδιαίτερα που μας κάλεσες γι’ αυτήν εδώ τη συνομιλία μας στον ολοφώτεινο μπερντέ σου…

Πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού είπαμε πως θα παίξουμε…

Τί εννοείς «θα παίξουμε»; Συνέντευξη δε θα κάνουμε;

Μα αυτό εννοώ, βρε μαλαγάνα! Δεν είπαμε, πως θα παίξουμε το έργο «Ο Καραγκιόζης δίνει συνέντευξη»;

Α, ναι…το λησμόνησα! Ας συνεχίσουμε σα να είμαστε σε έργο. Λοιπόν Καραγκιόζο, ποιά απ’ τις πολλές περιπέτειές σου θεωρείς ως τη πλέον συναρπαστική;

Πώς είπες, «καρπαζοεισπραχτική»;

Όχι, όχι, είπα «συναρπαστική».

Α, μάλιστα: «φαγανοχορταστική»!

Όχι, όχι, μάλλον δε το είπα καθαρά: «συ-ναρ-πα-στι-κή»!

Καθαρά το είπες και καθαρά στο απάντησα: όπου πέφτει φάπα, μα στο τέλος έχει φαΐ και χορό για όλους –καθότι ως γνωστόν νηστικό χαρέμι δε χορεύει- περνώ εγώ κι όλη μου η φαμελιά μια χαρά –κι ας έχουν προηγηθεί και δυο τρομάρες!

Μου έχει κάνει εντύπωση πως κάθε φορά προτού μπεις σε νέα μπλεξίματα, βγάζεις έξω τους τρεις κανακάρες σου και τους ρωτάς τι μάθανε τη προηγούμενη μέρα στο σχολείο;

Ασφαλώς! Γίνεται προκοπή χωρίς να ξέρεις γράμματα;

Μα εσύ, ούτε το Δημοτικό –λένε οι κακές γλώσσες- δεν έχεις τελειώσει ;

Γι’ αυτό και μετά βλέπετε τα χαΐρια μου! Όμως μη πολυακούτε τις «κακές γλώσσες», ειδικά όταν είναι προηγουμένως χορτάτες και ειδικότερα, όταν πιάνονται με εμάς τους μπατίρηδες.

Αγράμματος-ξεαγράμματος, σ’ έχουμε δει να απασχολείσαι με χίλιες δυο τέχνες…

«Πενίας τέχνας απεργάζεται» που λέει και ο φίλος μου ο Αλέξανδρος ο Μέγας!

Αυτός που φόνευσε το Καταραμένο Φίδι;

Ναι, αυτός που φόνευσε έ ν α από τα καταραμένα φίδια!

Γιατί υπάρχουν κι άλλα γύρω μας που ζουν και βασιλεύουν;

Ορίστε, ρίξε και μια ματιά στο απέναντι σεράι κι όλο θα δεις κάποιο να σούρνεται εκεί μέσα!

Ναι, αλλά σήμερα, έξω απ’ το μπερντέ, σαράι δεν υπάρχει!

Χαχα! (γέλια τρανταχτά) Τέτοιο τούβλο -ίσαμε τη μύτη του Μορφωνιού-, ούτε το Κολλητήρι μου δε θα μου εκσφενδόνιζε!

Κάτι ακόμη που δεν έχω καταλάβει είναι, τι σόι σχέση έχεις με το Χατζηαβάτη; Είστε φίλοι, είστε συνεργάτες, είστε έτσι, είστε αλλιώς –τι είστε;

Τι σόι σχέση; Τρελόσογο! Όπως οι μισοί Ρωμιοί με τους άλλους μισούς!

Και τι σκέφτεσαι για τους Τούρκους, τους Αρμένιους, τους Εβραίους που μπαινοβγαίνουν στο μπερντέ σου;

Ότι όλοι τους έχουν κάποιον πάνω απ’ το σβέρκο τους! Και ότι μ’ αυτόν τον κάποιον είναι που έχουν να λύσουν τους λογαριασμούς τους –αν είναι να μη τους φάει το μαύρο το φίδι, το καταραμένο που λέγαμε πιο πριν.

Με τα παιδιά όλων των χωρών και κυρίως όλων των ηλικιών τα πας, ωστόσο, περίφημα…

Ναι, γιατί τα παιδιά ξέρουν ήδη κάτι που οι μεγάλοι συνέχεια ξεχνούν: ότι τελικός λογαριασμός δεν υπάρχει! Γι’ αυτό και γελάνε με την ψυχή τους ακόμη και μ’ ένα καμπούρη σαν την αφεντιά μου.

Μη το λες και οι μεγάλοι-μεγάλοι γελάνε…

Γελάνε κι αυτοί, γιατί έχουν εμπρός τους τη δική μου τη καμπούρα και δε βλέπουν εκείνη που ‘χει ξεφυτρώσει στη πλάτη τους. Αυτό εννοούσα ότι «τελικός λογαριασμός δεν υπάρχει»: γιατί στο τέλος κάθε «γύρας» μήτε καμπούρα, μήτε καλαμπούρα υπάρχει! (γέλια)

Φουλ φιλοσοφημένο σε βρίσκω…

Το ‘χω παίξει κι αυτό το έργο μέσα στ ‘ άλλα: «Ο Καραγκιόζης φιλόσοφος». Εκεί να δεις γέλιο. Κάνω τον Σωκράτη –ξέρεις τον αρχαίο– να τα ξεράσει όλα: ότι τάχα μου τάχα μου δε γνώριζε τίποτα, παρότι στο τέλος όλους τους έβαζε άσχετους κι αδιάβαστους! Μαζί μου να έβλεπες: ζητούσε να του φέρουν το κώνειο μια ώρα αρχύτερα!

Πώς θα ‘θελες να «γράψουμε» το τέλος του σημερινού μας «έργου»;

Πώς αλλιώς, παρά -όλο το μυαλό μου στον παρά το έχω- με τραγούδι και χορό:

(τραγουδά σε συρτό ρυθμό)

«Το φαγητό είναι χαρά

ο ύπνος είν’ υγεία

κι αν είχαμε κι έναν παρά

θα ζούσαμε μ’ ευτυχία!…»

Άιντε Καραγκιόζο μου, τι λες; Πάμε να ρίξουμε και μια ‘βολτίτσα’ κατά το γειτονικό μαγειρείο «Η Νοστιμούλα Ευρώπη»;

Ναι, βρε..έτσι! Να φάμε, να πιούμε και νηστικοί να κοιμηθούμε!



1η δημοσίευση: περιοδικό "Το βλέμμα", τεύχος 2