Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 16, 2011

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 11, 2011

ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ, 11/9/01

Έργο του Gerhard Richter


“Τρεις χιλιάδες οι πιο πρόσφατοι νεκροί. Ο κύκλος του αίματος βαστάει γερά στη χούφτα του από την ανατολή του και δώθε, μυριάδες. Γυναικόπαιδα, αμούστακοι άντρες, άνανδροι φονιάδες –όλοι τους νεκροί. Αμέτρητο το πλήθος και ο χαμός. Κουφάρια και τα σπίτια, σκελετωμένες οι συνοικίες, ετοιμόρροπες οι επιχειρήσεις και οι αγορές. Τα αγαθά, ιδιωτικά και δημόσια, λάβαρα του θανάτου, άγρια κομποσκοίνια που με το άπλωμα του Τρόμου στραγγαλίζουν κάθε τι το μέχρι εσχάτως ζωντανό. Τα επαγγέλματα ξηλώθηκαν, εξασθένησαν μεμιάς όλοι οι παλαιότεροι και οι νέοι εθισμοί. Ο κόσμος ξεσκέπαστος και γυμνός. Ισχυρό μονάχα το κήρυγμα του άμβωνα, της τηλεόρασης, της εξουσίας! Ειδάλλως, θα πεις, τι διάολο εξουσία θα ’ταν, αν δεν διέθετε τον εαυτό της στην εμπορία της ανθρώπινης απελπισίας; Τι διάολο…

Το τέλος της Ιστορίας, πλάι πλάι στο τέλος των πολιτών –στο τέλος των ανθρώπων. Το τέλος της Ιστορίας –η μανία– θρυψαλιάζει το κέλυφος των θεσμών, τα ενυδρεία των ημιθανών ιχθυανθρώπων, των κοπαδιών, των άλαλων τραγουδιών και βιβλίων, τα θερμοκήπια-παγοκήπια των πολιτισμών. Το τέλος της Ιστορίας –η πώρωση– παραπέμπει κατ’ ουσίαν στην αρχή, στο ξεκίνημά της: Σκοτώστε για την άμεση επιστροφή σας στην Ουλαλούμ, στον Μωυσαϊκό Παράδεισο –τι φρικαλέο θερμοκήπιο αλήθεια!–, στα πιλάφια και στα άγια άσματα γύρω από τους οβελίες τους σιτευτούς, στην Εδέμ των μπιχεβιοριστών, στη ξεχασμένη Πλατωνόπολη, στην –ας την πεις και– γη της Χαναάν, στην Μεγάλη Χάρτα του Καρλομάγνου. Σκοτώστε …σκοτωθείτε και απ’ τη Βασιλεία των Ουρανών δε θα λησμονηθείτε!

Ποιος απορεί; Το τέλος της Ιστορίας –το μίσος– κατασπαράζει τις θεωρίες, τις θρησκείες, τις ιδεολογίες, απ’ άκρη σ’ άκρη με μια σχεδόν καννιβαλιστική χαψιά. Γιατί να επιβιώσουν οι προφάσεις; Εξευτελίζει τις επιστημονικές χάρτες περί του Big Bang, τα δήθεν ανίκητα χρηματιστήρια, ταπεινώνει τις πανάρχαιες κι όψιμες τιτανομαχίες των δουλοπάροικων κάθε παρηκμασμένου οίκου, τους κεκηρυγμένους βιολογικούς κατακλυσμούς, χωνεύει τις αταξικές και τις παραταξιακές κοινωνίες.

Το παμφάγο τέλος της Ιστορίας, γέννησε μοναχό του την ιστορία και πορεύει την ζωή σε μια στράτα –επί προσωπικού, δύσβατη ή γλυκιά, αδιάφορο– για έναν μόνον λόγο, για έναν μονάχα ‘υψηλό’ σκοπό: να πανηγυρίσει τον Θάνατο, να στρώσει μια ώρα αρχύτερα το κατακόκκινο χαλί στην Αυτού μεγαλειότητα του Θανάτου, για να Τον αναγορεύσει αποκλειστικό Αθάνατο -–με το δέλεαρ της αθανασίας του ίδιου του φτωχού θνητού, και του βαρυπενθούντος φτωχοκομείου του.

Να γιατί κανένας “δεν κηρύττει πολέμους”. Δεν τους λέγει “πολέμους”, παρ’ ότι τρεις χιλιάδες οι πιο πρόσφατοι νεκροί και οι πιο παλιοί, οι αναγνωρισμένοι βετεράνοι των νεκροταφείων, κοιμισμένοι, σαπισμένοι από τις αρρώστιες, τις βόμβες και τις εκεχερείες, δίχως οριστικό λογαριασμό, δίχως τελειωμό...

..ή όχι…

...Συγχωρέστε μου το λάθος. Μ’ ένα μοναδικό, πλην σοφό ‘τέλος’. Μιαν ‘αρχή’ δηλαδή:

Homo homini lupus."



Αδημοσίευτο κείμενο.

Περασμένο στο -τότε- Ημερολόγιο του γράφοντος.

Λίγες μέρες μετά την κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων στην καρδιά της Νέας Υόρκης

(Σεπτέμβριος 2001).