Σάββατο, Φεβρουαρίου 28, 2015

Προς τί η διαθεματικότητα στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο;


Από τις δράσεις του 17ου ΔΣ Ρόδου με θέμα "Ο ΛΑΧΑΝΟΚΗΠΟΣ ΜΑΣ"

Μία από τις αιτίες της ραγδαίας προόδου των επιστημών κατά τις τελευταίες δεκαετίες ήταν η συναρμογή τους – η συνάντηση ερευνητών από διακριτούς επιστημονικούς κλάδους και η δημιουργική όσμωση των μεθόδων και των πορισμάτων τους. 

Αν τον 18ο και τον 19ο αιώνα καταγράφεται ο διαμελισμός των μέχρι τότε συμπαγών γνωστικών αφηγήσεων και η ανάδυση νέων πιο εξειδικευμένων πεδίων έρευνας και επιστημοσύνης (σκεφτείτε πόσα πεδία κι επιστημονικές πρακτικές αναδύθηκαν από το σώμα της κλασσικής φιλοσοφίας: κοινωνιολογία, ψυχολογία, κοσμολογία κοκ), ο 20ος αιώνας μας εξέθεσε τα τρωτά των υψηλών στεγανών μεταξύ των διακριτών και από απόσταση πλαισιώσεων.

Διανύουμε πλέον την εποχή των αλληλεπιδράσεων – των εκλεκτικών σχημάτων – των ζυμώσεων, της αναστοχαστικής αφομοίωσης των εκάστοτε δεδομένων. Επαναλαμβάνουμε: τόσο στις αρχικές μας επίνοιες και στην μεθοδολογία μας, όσο και στην διαμόρφωση «μοντέλων» και νέων θεωρητικών σχημάτων.

Στην παιδαγωγική πια, όσο είναι σαφής η ετερότητα του άλφα ή του βήτα διδακτικού περιεχομένου, μεταξύ της Γλώσσας και της Φυσικής λόγου χάριν, άλλο τόσο ορατός και ξεκάθαρός είναι ένας «κοινός παρονομαστής» που χαρακτηρίζει την μέθοδο, αλλά και την εν γένει διδακτική προσέγγιση τους.

Δεν είναι μόνο το επιστημολογικό σχήμα «απορία – υπόθεση – δοκιμή – ανασκευή» που απαντά σε μία σειρά φυσικών επιστημών και φαίνεται να ικανοποιεί αρκετούς στόχους των επιμέρους Διδακτικών (των Μαθηματικών, της Ιστορίας κοκ).

Έχει να κάνει με το ότι εφόσον ίδια η γνώση εννοιολογείται –είναι de facto υπόλογη σε αντίστοιχα συστήματα αναφοράς. Και για να γίνουμε σαφέστεροι: η έννοια λ.χ. «Μεσόγειος θάλασσα» πότε στοιχειοθετείται επαρκώς, αν όχι εξεταζόμενη στο ιστορικό, στο γεωφυσικό, στο πολιτισμικό, στο ανθρωπολογικό, στο μαθηματικό, στο πολυγλωσσικό πλαίσιο αναφοράς της;

Το αίτημα, ωστόσο, μίας ορισμένης πληρότητας (πιο σωστά: πολυμέρειας) μίας οποιαδήποτε εννοιολόγησης δεν είναι η μοναδική απολαβή για τον σημερινό μαθητή και τον δάσκαλό του. Στο δημιουργικό σχολείο συλλειτουργούν επίσης δύο παράμετροι μεγάλης σημασίας: το ενδιαφέρον και το αγώγιμο των εκάστοτε δεδομένων.  

Ας διερωτηθούμε: γίνεται μέσω της διαθεματικότητας η διδακτική πράξη πιο ενδιαφέρουσα; Αποκτά στοιχεία που καθιστούν τα δεδομένα που κάθε φορά την αφορούν πιο αγώγιμα. Η διεθνής εμπειρία (σύγχρονη βιβλιογραφία και νεότερη νομοθεσία) απαντάει επ’ αυτών των ερωτημάτων καταφατικά.

Και είναι αυτή η απάντηση που υποκίνησε τους συντάκτες των εν ενεργεία Δ.Ε.Π.Π.Σ.  της ελληνικής Α’ βαθμίδας εκπαιδεύσεως να την θεσμοθετήσουν κατά «οριζόντιο» και «κάθετο» τρόπο: μέσα από τη σύνταξη των νέων βιβλίων (2007) και την πλήρη διάχυση του μαθήματος Ευέλικτης Ζώνης στα Δημοτικά Σχολεία, δυστυχώς, δίχως την ανάλογη παροχή πόρων (και εδώ, δεν εννοούμε αποκλειστικά, οικονομικών).

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες το παμπάλαιο ζήτημα της διδακτέας ύλης αλλάζει υποχρεωτικά μορφή. Το τυπικό ερώτημα των γονέων προς το σύγχρονο παιδαγωγό «Καλύπτεται η ύλη;» είναι αναγκαίο να ανασκευαστεί: η ποσοτική του μέριμνα χρειάζεται να τραπεί σε μέριμνα πλέον ποιότητας.

«Πώς καλύπτεται η ύλη των μαθημάτων; Πώς συναρμόζονται τα μεν και τα δε γνωστικά δεδομένα; Ποια Προγράμματα ή Διαθεματικά Σχέδια Εργασίας εκπονείτε στο σχολείο τα οποία υπηρετούν αυτήν την διεπιστημονική συναρμογή;»

Στην απάντησή αυτής της μορφής ερωτημάτων βρίσκουμε την κλίμακα επιτυχίας του σημερινού σχολείου, του οποίου το πρόταγμα δεν είναι η διαμόρφωση μιας γενιάς «σκληρών δίσκων γνώσεων και δεξιοτήτων».

Ο νέος κριτικός νους, ο δημιουργικός φορέας της «χαρούμενης γνώσης», ο εξοικειωμένος με πλήθος τεχνικών, μεθόδων, διδακτικών εμπειριών μαθητής (ο ορεξάτος πειραματιστής κι όχι ο παθητικός καταναλωτής μαθητικοποιημένων μοντέλων για να επιμείνουμε σε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από τον τομέα της Διδακτικής της Φυσικής) είναι το πρότυπο μιας κοινωνίας που δεν βλέπει στους νέους της βλαστούς, την πιστή, την τυφλή,  πιο σωστά, αναπαραγωγή της. Και ποια κοινωνία, ανοιχτή και συγχρόνως επαρκώς αναστοχαστική, δεν τρέφει την φιλοδοξία του προχωρήματός της;

Εν κατακλείδι, θα λέγαμε, πως ακόμη κι αν η διαθεματικότητα δεν είχε θεσμοθετηθεί στο νέο ελληνικό σχολείο, αν δεν είχε μπει «από την πόρτα» καθώς λέμε, θα έπρεπε να την είχαμε εισαγάγει «από το παράθυρο» του. Από εκείνο το παράθυρο, ειδικά, που έχει θέα το παρελθόν, το παρόν, αλλά και το μέλλον μας.

Γράφει o Πάνος Δρακόπουλος
Δάσκαλος, 17ο ΔΣ Ρόδου
http://ouranopoihmatakia.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: