1.
Μαρία Γιαγιάννου, «Το μέλος φάντασμα» (εκδ. Μελάνι,
2021): ό,τι πιο φρέσκο διαβάσαμε το τελευταίο διάστημα σε επίπεδο ελληνικής ή
μεταφρασμένης μυθοπλασίας.
Μαεστρικά στημένο, λέξη
προς λέξη, κεφάλαιο προς κεφάλαιο, η Μ. Γιαγιάννου, στο τελευταίο της μυθιστόρημα,
παίζει με όλες τις μεγάλες της αγάπες (ήδη από την «Μελαννίπη», έργο του 2012 ή το «Μπαλαντέρ»,
του 2015): την γλώσσα, τα κειμενικά είδη, τις επιστήμες που περιγράφουν κι
ερμηνεύουν τον άνθρωπο – ανοιγοκλείοντας τα σαν βιρτουόζος του ακορντεόν.
Μα τι μουσική μάς
παραδίδει η συγγραφέας – με το «Μέλος
φάντασμα»! (Ο ίδιος ο τίτλος, άλλωστε, βρίθει ποικίλων υποδηλώσεων και
σημασιών που σε προτρέπουν να στοχαστείς αναδρομικά πάνω στον αφηγηματικό άξονα
και τις προβληματικές του με εξίσου πληθυντικό τρόπο).
Σαπώ, που λένε και οι Γάλλοι!
2.
Γιόζεφ Τσάπσκι, «Ο Προυστ αντίδοτο στην κατάρρευση»
(Μετ. Λ. Τσιριμώκου, εκδ. Ποταμός, 2021). Εκ πρώτης όψεως ηχεί ως κάτι σχεδόν
αδιανόητο: Μέσα στην πολύμηνη αιχμαλωσία του 1940-1941, 400 πολωνοί αξιωματικοί
ασχολούνται με τον Προυστ; Μα είναι δυνατόν; Μέσα στον εγκλεισμό και στις εν
γένει κακουχίες του πολέμου;
Ποιος όμως, στ’ αλήθεια,
απορεί; Είναι η πρώτη φορά που η τέχνη κρατάει όρθιο τον άνθρωπο μέσα στον
ζόφο;
Εδώ πάντως έχουμε και
κάτι ιδιάζον: ο Γιόζεφ Τσάπσκι, ο
συγγραφέας ή πιο σωστά, ο συντάκτης αυτών των περί Προυστ διαλέξεων, περιέχει σε τέτοιο βαθμό το θέμα του (το προυστικό
σύμπαν) θα έλεγε κανείς σαν ένας ομοτράπεζος του ίδιου του Προυστ, με τα βιβλία
του Γάλλου δημιουργού, μάλιστα, υπό μάλης!
Κι όμως
δεν έχει τίποτα μαζί του –μέσα σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης πώς θα ήταν αυτό
δυνατόν;– εκτός από την σπινθηροβόλα μνήμη του και φυσικά, ένα ταλέντο ομιλητή
και διανοουμένου που υπηρετεί την αγάπη του για τον Προυστ – παρά την προδίδει.
Η μετάφραση στα νέα ελληνικά, αλλά και γενικότερα η φιλολογική επιμέλεια της Λίζυς Τσιριμώκου, λεπτεπίλεπτο κέντημα!
3.
Δημήτρης Παπανικολάου, «Κάτι τρέχει με την οικογένεια»
(Πατάκη, 2018). Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο του Δ. Παπανικολάου που
διαβάζουμε – και όσο μπορεί να κάνει κανείς σχέδια στην εποχή μας, δεν θα είναι
το τελευταίο.
Η σκέψη του είναι
παλλόμενη, οι θεματικές του καίριες (η κεντρική: η κρίση που μαστίζει την
ελληνική οικογένεια, ειδικότερα κατά την τελευταία δεκαπενταετία) ορισμένα από
τα επιχειρήματα του ευθύβολα και πειστικά – ενώ ο τρόπος ανάγνωσης του πάνω σε εγχώρια
έργα τέχνης (ταινίες, θεατρικά έργα και βιβλία – «πολιτιστικά κείμενα», ο ίδιος
τα αποκαλεί), που παραθέτει και αναλύει, έχει κάτι το εξαιρετικά γόνιμο.
Ενοχλεί, ωστόσο, μία
μορφή στράτευσης που είναι ορατή στην προσέγγισή του; (Στράτευσης σε τι; Στο να
στήσουμε προγραμματικά αυτί στην διαφορετικότητα λχ του φύλλου και της
σεξουαλικότητας – των συγγραφέων και της κοινωνίας). Και ναι – και όχι.
Ναι. Διότι σε διάσπαρτα
σημεία του δοκιμίου του είναι εμφανής η παρουσία ένας ‘δακτύλου’ που σου
υποδεικνύει «να δες, εδώ – κι εδώ – μα δες το!».
Όχι. Επειδή έχουμε,
πράγματι, πολύ δρόμο ακόμη, για να προχωρήσουμε ως άτομα, αλλά κι ως κοινωνικό
σύνολο, πέρα από τα καλούπια σκέψης και νοοτροπίας που έθρεψαν, όχι μόνον εμάς,
αλλά και τους γονείς και τους παππούδες μας, για πλήθος ζητημάτων σχετικά με το
τί είναι και το πώς λειτουργεί η οικογενειακή εστία – στην ελληνική της εκδοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου