Σάββατο, Ιουνίου 29, 2024

Ο σχολικός Ιούνιος


Ο Ιούνιος, ξέχωρα απ’ τις εξετάσεις, τις βαθμολογίες και τα «προάγεται/απολύεται», είναι ο αγαπημένος μήνας των σχολικών δημιουργιών: κλιμακώνονται οι πρόβες, τα γυρίσματα, οι ηχογραφήσεις – πυκνώνουν οι παραστάσεις, οι εκδηλώσεις, τα φεστιβάλ.

 

Σε αντίθεση με μία λαϊκίστικη –και γι’ αυτό φθηνή– αντίληψη που αποδίδει τα ελλείμματα και τις αδράνειες στον χώρο της εκπαίδευσης στους δασκάλους γενικά κι ανεξαιρέτως – αυτές τις εβδομάδες μέσω ημερίδων, εκδηλώσεων, συνεργασιών, αλλά και, φυσικά, μέσω του διαδικτύου, διαπίστωσα, για άλλη μια φορά, πως υπάρχει και λειτουργεί ανά την Ελλάδα ένα πλούσιο δυναμικό που δεν κάμπτεται απ’ τις δυσανεξίες και τις αδράνειες λάθος πολιτικών και ξέπνοων νοοτροπιών.

 

Κι ενώ σήμερα μοιράζονται –και δικαίως– συγχαρητήρια σε όσους κι όσες πέτυχαν τις επιθυμητές για τα όνειρά τους επιδόσεις στις Πανελλαδικές – ας σκεφτούμε με μία ήπια συγκίνηση τόσους και τόσους εκπαιδευτικούς τους οποίους ένα σωρό ανόητες αντιξοότητες δεν τους στεγνώνουν από μεράκι, δημιουργικότητα και δυναμισμό!

 

Αφιερωμένο – σε όλους το τραγουδάκι, με τίτλο «Τα καλοκαίρια» – που έφτιαξαν ο καρδιακός φίλος και εμπνευσμένος συνάδελφος Γιάννης Φαινέκος με τους μαθητές και τους συνεργάτες του (Νίκαια)!


Τετάρτη, Ιουνίου 26, 2024

Συζήτηση


Εικαστικό: Rene Magritte, "The Art of Conversation", 1963.


– Πες μου ένα απ’ τα πιο μεγάλα μας λάθη που, ωστόσο, συνεχώς μάς διαφεύγει;

– Το ότι πολύ συχνά πιανόμαστε απ’ την ουρά μας για να βρούμε τον ορίζοντα.


Δευτέρα, Ιουνίου 17, 2024

Η φύση του μίσους



Τα παιδιά πάρα πολύ συχνά λένε τα πράγματα όπως τ’ ακούνε.

Τις προάλλες στο σχολείο με βρήκε, εν μέσω μαθήματος, αυτή η ηχηρή δήλωση: «Κύριε, εγώ τους γκέι τους μισώ!».

Έχεις γνωρίσει κάποιον γκέι και σου έχει γεννήσει μίσος;

«Όχι, αλλά τους μισώ».

Όταν θα γνωριστείς με κάποιον, τότε θα καταλάβεις τι λες.

«Δε ξέρω, αλλά τους μισώ».

Πίσω απ’ την αηδία που εξέπεμπε το πρόσωπο του παιδιού – έβλεπα την αηδία που εξέπεμψε στο ίδιο το περιβάλλον του, με ακριβώς αυτά τα λόγια: «Τους γκέι τους μισώ».

 

Τόσα χρόνια είμαι δάσκαλος – έχω κοινωνήσει δεκάδες φορές εκφράσεις άλλοτε ωμού, άλλοτε συγκαλυμμένου μίσους για γκέι, για ρομά, για Αλβανούς και μαύρους.

 

Ποτέ για εμπόρους ναρκωτικών. Ποτέ για εμπόρους όπλων.

 

Δεν έχω ακούσει: «Μισώ αυτούς που πωλούν τον θάνατο στον κόσμο!» ή «Μισώ αυτόν που δολοφονεί, αυτόν που κακοποιεί, αυτόν που βιάζει!»

 

Αυτό με κάνει να σκέφτομαι διάφορα για τη φύση του μίσους μέσα μας.

Το μίσος χρειάζεται ξενιστή για να επιβιώσει. Ειδάλλως ψοφάει.

 

Θα το στείλουμε, επομένως, από εκεί που ήρθε ή θα του προσφέρουμε την πιο καλή φωλιά: το μυαλό μας και το μυαλό των παιδιών;


Κυριακή, Ιουνίου 16, 2024

Παρασκευή, Ιουνίου 14, 2024

«Το ‘87»



«Το ‘87»

 

To ’87 εμείς τα πιτσιρίκια – είχαμε ήδη ανοίξει τα ματιά μας

για το τι ήταν ο αθλητισμός στην τότε Ελλάδα.

Κάτι που το βίωσαν τόσοι και τόσοι κι ως προς την πολιτική ζωή:

 μια σχέση στο περίπου.

Στο περίπου πολίτες – μάλλον πελάτες ψηφοφόροι – όλων των ποικιλιών

Στο περίπου αθλητές – μάλλον χομπίστες της άσκησης – όλων των χρωμάτων.

 

Μια στο τόσο θα ξεφύτρωναν οι εξαιρέσεις:

Ο Μιγιάκης, η Βερούλη, ο Χολίδης, η Σακοράφα.

 

Το πιο συχνά όμως μας τύλιγε η ήττα

– ειδικά στα ομαδικά –

Άγνωστη πηγή ελευθερίας – η κουλτούρα της πάσας.

 

Μα κι αυτό δεν ήταν το πλέον επιζήμιο:

Ήταν το χαμένο τάλαντο – το τρύπιο γήπεδο – η ολούθε τσιμεντίλα

Ήταν  – η άφαντη μπασκέτα – οι ξεφλουδισμένες μπάλες

– και οι ωστόσο πλούσιοι, ένθεν κακείθεν, παρατρεχάμενοι:

έφοροι, ταμίες, φροντιστές

– κηφήνες που ρουφούσαν το νέκταρ

του αθλητικού πάθους όλων.

 

Είχαμε από καιρό κυκλωθεί απ’ την πείρα του αποκλεισμού:

Πόσα χαμηλωμένα πρόσωπα – δε μας γαλούχησαν – πόσα σκοτεινά βλέμματα

Για τη χαμένη τελευταία φάση, για την άνιση διαιτησία,

για το μπόι μας που δεν ήταν παρά ίσα με το μπόι της Μεταπολίτευσης.

 

Κι όμως – σιωπηρά, το πιο συχνά – σε πείσμα όλων των μέσα μας εναντιώσεων

Κάτι πάλευε να μεγαλώσει –

Και ήρθε το ’87 για να σταθεί στα ίσα

απέναντι στους Πέτροβιτς,

στους Αντονέλο Ρίβα και στους Τσατσένκο.

 

Οι βολές του Καμπούρη και η απειρία των χορογραφιών του Γκάλη,

οι άμυνες του Γιαννάκη και του Φασούλα

όπως και τα ασυγκράτητα νιάτα του Φάνη και των άλλων παικτών

όλα τους υπό την μπακέτα του Κώστα Πολίτη

–την ειρωνεία του επιθέτου θα τη ζήλευε μέχρι κι ο Καβάφης–

δε θα είχαν καμία τύχη μες στο τερέν

αν δεν είχαν ήδη κάνει σκόνη εκτός του – το περίπου.

 

Όχι, δεν ήμασταν πια στο περίπου

       καμία σχέση:

είχαμε πλέον χέρια και ψυχή «τίμιου γίγαντα»!

 

103-101