Τρίτη, Ιανουαρίου 05, 2021

"More Stranger Things II"

Εικαστικό: BananenBunker "Upside Down"
Μουσική, ερμηνεία οργάνων, ενορχήστρωση: Πάνος Δρακόπουλος
Παραλλαγή στο ομώνυμο θέμα της σειράς "Stranger Things" 
(L' Orchestra Cinématique),

Παραγωγή - Mix - Digital Mastering: 
Πάνος Δρακόπουλος
[Στούντιο "Θάλεια"]

Ρόδος, Ιανουάριος 2021


Κάθε μορφή καραντίνας φαίνεται πως έχει τη δύναμη να σου αφαιρεί, μα και να σου προσθέτει. Όπως και τόσα άλλα στη ζωή. Και είναι, γενικότερα μιλώντας, απορίας άξιον αν το χέρι που αφαιρεί, δυναμώνει το χέρι που προσθέτει. Εξάλλου μιλούμε για χέρια που δουλεύουνε εντός μας. Κι, εν μέρει, υπακούν στην δυνατότητα μας να υπάρχουμε κι αλλιώς: στην ελευθερία μας.

 

Άραγε αυτό να εξηγεί επαρκώς την έκρηξη δημιουργικότητας που είδαμε όταν ένας νεόκοπος κι επικίνδυνος ιός μπήκε στη ζωή μας και την περιόρισε στην ιδιωτική της σφαίρα; Είναι πάντως ολοφάνερο: ενώ, από επιστημονική σκοπιά, η Φλωρεντία του 1350 με το Μιλάνο του 2020 μοιάζουν όσο η μέρα με τη νύχτα, το ξεχείλισμα πχ του Βοκάκιου στις σελίδες του «Δεκαημέρου» (έργο που γράφτηκε όταν μαινόταν η πανδημία της Μαύρης Πανώλης στην Ευρασία και την Αφρική), δε διαφέρει με το ξεχείλισμα των μουσικών που απ’ τις βεράντες τους συνέθεταν μία δυναμική αντιφώνηση στις σειρήνες των ασθενοφόρων.

 

Στη διάρκεια της δικής μας πρώτης καραντίνας πάμπολλοι στρέψαμε τη διαστολή του περιορισμένου προσωπικού μας χωροχρόνου, εκτός από τα βιβλία λχ ή τα μουσικά όργανα και τα συναφή, στο διαδίκτυο. Για επικοινωνία, για εργασία και, φυσικά, για ψυχαγωγία. Για το τερπνό και το ωφέλιμο – μιας και η όποια φυσική κινητικότητα στον δημόσιο χώρο έθετε σε σοβαρή επισφάλεια και τα δυο.

 

Είναι τότε που τα παιδιά μας άρχισαν να υιοθετούν τις πρακτικές της ασύγχρονης εκπαίδευσης, αλλά και να πολλαπλασιάζουν τον χρόνο που διαθέτουν στην ψηφιακή οθόνη. Εμείς οι μεγάλοι το γνωρίζουμε: κάθε εργαλείο έχει τις θετικές και τις αρνητικές του εκφορές. Αναλόγως τη χρήση.

 

Περνώντας πλέον σε ένα πιο προσωπικό τόνο: είναι και η περίοδος που τα παιδιά μου ανακαλύπτουν μία σειρά στο Netflix που δεν μου κίνησε αρχικά κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον – λεγόταν «Stranger Things» και παρότι επρόκειτο για μία σύγχρονη τηλεοπτική παραγωγή, το λογότυπο του, η μουσική, όπως και η φωτογραφία του δεν έρχονταν από το παρόν ή από το μέλλον, αλλά από το παρελθόν. Από τη δεκαετία του ’80.

 

Τι έχουμε εδώ; Μία άνευ εμπνεύσεως φιλμαρισμένη νοσταλγία προς τα πίσω ή κάτι άλλο; Ευτυχώς, ήταν κάτι άλλο.

 

Κι ενώ ως τηλεοπτική σειρά αδιαμφισβήτητα, σε ένα πρώτο επίπεδο, ξεπατικώνει αναπαριστώντας όψεις του πρόσφατου παρελθόντος, στο βάθος βάθος συνομιλεί. Συνομιλεί, πληθυντικά και άκρως δημιουργικά, με ένα φάσμα καλλιτεχνών κι έργων που ξεκινάει από τον Στ. Σπήλμπεργκ και τα Γκούνις, για να φτάσει μέχρι τον Στήβεν Κινγκ και στον Τζον Κάρπεντερ.

 

Ενδεχομένως για μία σειρά Αμερικανών συνομηλίκων μου όλο αυτό το κλίμα να ανακαλεί με μεγαλύτερη αμεσότητα την δεκαετία των παιδικών τους χρόνων, αλλά, για μένα, αποτέλεσε εκ νέου βουτιά στο φαντασιακό της. Κι αυτό δε το λέω για να περιστείλω την σημασία του: το αντίθετο. Το ότι πατούσαμε τότε στην ελληνική πραγματικότητα, αλλά ενίοτε γινόμασταν ιπτάμενα ξωτικά στις συχνότητες αμερικανοκεντημένων μύθων (πετούσαμε και σε εντόπιους μύθους – αλλά αυτό είναι μια άλλη …ιστορία) δε μειώνει τη δύναμη του ιλίγγου που νιώθει κανείς όντας εν πτήσει.

 

Αισθάνθηκα πως περιείχα έναν κόσμο που και καιρό είχα να επισκεφθώ, αλλά και την έντονη ανάγκη να αναπλάσω με τις όποιες δικές μου δυνάμεις. Πάνω και σε αυτό το μονοπάτι δε βάζει το βηματισμό της η τέχνη;

 

Σε διάστημα δύο εβδομάδων έγραψα και ηχογράφησα δύο ολιγόλεπτα μουσικά έργα. Τα ονόμασα πρόχειρα “More Stranger Things I & ΙΙ” – με μια μικρή, αν και ευδιάκριτη, θαρρώ, δόση αυτοσαρκασμού.

 

Αναρτώ σήμερα το δεύτερο μέρος, που επίσης ξεπατικώνει συνειδητά το βασικό μουσικό μοτίβο από το σάουντρακ της σειράς (L' Orchestra Cinématique), αλλά συνάμα φιλοδοξεί σε ένα δεύτερο βαθμό, κάπως, να το μεταμορφώσει.

 

Σε τι; Σε ένα ηχητικό τοπίο – αντίδωρο προς όλους τους μικρούς και μεγάλους πρωτοπόρους του ηλεκτρικού ήχου που στα παιδικά μας χρόνια έγραψαν μέσα μας κάτι μοναδικό και ανεξίτηλο (από τον συνθέτη Carpenter μέχρι τον, κατά τη γνώμη μου, πιο ιδιοφυή όλων, τον Βαγγέλη Παπαθανασίου).

 

Αφιερώνεται τέλος, σε όλα τα συνομήλικα μου ξωτικά – τους εύχομαι οι πτήσεις τους να συνεχιστούν παρά τα όποια λοκντάουν επιβάλλει από μίας άλλης αρχής ο χρόνος!

 


Δεν υπάρχουν σχόλια: